λαγαρύζομαι
From LSJ
English (LSJ)
A v. λαγαρίζομαι.
German (Pape)
[Seite 3] s. λαγαρίζομαι.
Greek (Liddell-Scott)
λᾰγᾰρύζομαι: ἴδε ἐν λέξ. λαγαρίζομαι.
Greek Monolingual
λαγαρύζομαι (Α)
βλ. λαγαρίζομαι.
Full diacritics: λᾰγᾰρύζομαι | Medium diacritics: λαγαρύζομαι | Low diacritics: λαγαρύζομαι | Capitals: ΛΑΓΑΡΥΖΟΜΑΙ |
Transliteration A: lagarýzomai | Transliteration B: lagaryzomai | Transliteration C: lagaryzomai | Beta Code: lagaru/zomai |
A v. λαγαρίζομαι.
[Seite 3] s. λαγαρίζομαι.
λᾰγᾰρύζομαι: ἴδε ἐν λέξ. λαγαρίζομαι.
λαγαρύζομαι (Α)
βλ. λαγαρίζομαι.