φιλοτιμία καλεῖ τέχν' ὑπερόντα κτλ. → ambition for honor is calling superior sons ... (Inscription on church wall, Constantinople)
ἄνδιχα (Α)1. επίρρ. σε δύο κομμάτια, δύο μέρη, χωριστά2. πρόθ. δίχως, χωρίς.[ΕΤΥΜΟΛ. < ανά + δίχα.