ἀντιμωλία

From LSJ
Revision as of 06:55, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (5)

τὰ δὲ πεπερασμένα πεπερασμενάκις ἀνάγκη πεπεράνθαι πάντα → and the product of a finite number of things taken in a finite number of ways must always be finite

Source

German (Pape)

[Seite 256] ἡ, Proceß, bei dem sich beide Parteien persönlich einfinden, s. ἑτερομωλία; auch ἀντιμολία, wie von ἀντιμολεῖν.

Greek Monolingual

η αντιμήλος
φρ.δίκη ή εξέταση κατ' αντιμωλία» — η διεξαγωγή της συζήτησης στο ακροτήριο με τη συμμετοχή όλων των διαδίκων.