τῶν γὰρ μετρίων πρῶτα μὲν εἰπεῖν τοὔνομα νικᾷ → the first mention of the word moderation wins the game (Euripides, Medea 125f.)
-ή, -ό (Α ἀποκαλυπτικός, -ή, -όν)
1. ο ικανός να αποκαλύπτει, αυτός που συντελεί στην αποκάλυψη
2. αυτός που αναφέρεται στην αποκάλυψη ή ανήκει σ' αυτήν
αρχ.
όποιος είναι άξιος να δεχτεί την αποκάλυψη του Λόγου του Θεού.