γάβρος
From LSJ
Πολλῶν ὁ καιρὸς γίγνεται διδάσκαλος → Rebus magistra plurimis occasio → Zum Lehrer wird für viele die Gelegenheit
Greek Monolingual
(I)
και γαύρος, ο
το ψάρι Εγγραυλίς η εγκρασίχολος, η αντσούγα, το χαψί.
[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. γαύρος (ΙΙ)].———————— (II)
ο
δέντρο της τάξης των Κυπελλοφόρων, αγριοτσουκνίδα, ζυγία η δίξιφος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < γράβος, με μετάθεση του -ρ-. Η λ. γράβος έχει υποτεθεί ότι προήλθε από ένα αμάρτυρο αρχαίο γράβος «είδος δρυός ή πρίνου», του οποίου την ύπαρξη πιστοποιεί το ουσ. γράβιον «δάδα από ξύλο δρυός ή πρίνου», θεωρούμενο παράγωγο του γράβος. Κατ' άλλους < (σλαβ.) garbrŭ < grabrŭ].