γεωδαισία

From LSJ
Revision as of 07:02, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (8)
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: γεωδαισία Medium diacritics: γεωδαισία Low diacritics: γεωδαισία Capitals: ΓΕΩΔΑΙΣΙΑ
Transliteration A: geōdaisía Transliteration B: geōdaisia Transliteration C: geodaisia Beta Code: gewdaisi/a

English (LSJ)

ἡ, (δαίω)

   A land-dividing: mensuration, opp. the science of geometry, Arist.Metaph.997b26, Jul.Gal.178b, Procl.in Euc. p.25 F.

German (Pape)

[Seite 488] ἡ, Erd-, Landvertheilung, Arist. Metaph. 2, 2.

Greek (Liddell-Scott)

γεωδαισία: ἡ, (δαίω) ἡ διανομὴ τῆς γῆς, ἡ τέχνη τῆς καταμετρήσεως κατ᾿ ἀντίθεσιν πρὸς τὴν ἐπιστήμην τῆς γεωμετρίας, Ἀριστ. Μεταφ. 2. 2, 26· γεωδαίτης, ὁ, ὁ καταμετρῶν τὴν γῆν, μτγν.

Spanish (DGE)

-ας, ἡ

• Alolema(s): γαδ- IG 92(1).609.11 (Naupacto VI/V a.C.)

• Grafía: graf. γεωδεσία Procl.in Euc.25.20, Anat.Laod.Arith.M.10.233D
1 reparto de tierra, IG l.c.
2 geodesia ciencia que determina la figura y magnitud de la tierra, op. ‘la geometría’, Arist.Metaph.997b26, Iul.Gal.38, Hero Def.135.7, Procl.l.c., Anat.Laod.l.c., Syrian.in Metaph.25.30, Dauid Prol.64.22, Alex.Aphr.in Metaph.199.6.

Greek Monolingual

η (Α γεωδαισία) γεωδαίτης
νεοελλ.
1. η επιστήμη που προσδιορίζει τα ύψη πάνω από τη στάθμη της θάλασσας, τις οριζόντιες θέσεις και τη μορφή του γεωειδούς
2. η τεχνική καταμέτρησης και απεικόνισης τμημάτων του εδάφους
αρχ.
χωρισμός μιας περιοχής και καταμέτρηση τών τμημάτων.