εντόπιση
From LSJ
σφάγιον ἐπ' ὀλέθρῳ, γυναικεῖον ἀμφικεῖσθαι μόρον → my wife's death, lies upon me, bringing destruction after death | Is it that now there waits in store for me, my own wife's death to crown my misery
Greek Monolingual
η
1. περιορισμός σ' έναν τόπο, παρεμπόδιση της επεκτάσεως
2. ο καθορισμός της θέσης, η επισήμανση
3. ιατρ. περιορισμός καθολικής λοιμώξεως σε ορισμένο όργανο του σώματος, εξαιτίας λοιμώδους ασθένειας
4. φυσιολ. ο ακριβής καθορισμός τών περιοχών του εγκεφαλικού φλοιού, όπου έχουν την έδρα τους ορισμένες ψυχικές λειτουργίες.