ἐξαερίζω

From LSJ
Revision as of 07:09, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (12)

ὅσον ἀπὸ τοῦ ἱεροῦ ἐφεωρᾶτο τῆς νήσου → as much of the island as was in view from the temple

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐξᾱερίζω Medium diacritics: ἐξαερίζω Low diacritics: εξαερίζω Capitals: ΕΞΑΕΡΙΖΩ
Transliteration A: exaerízō Transliteration B: exaerizō Transliteration C: eksaerizo Beta Code: e)caeri/zw

English (LSJ)

= sq., Simp.in Cael.571.8 (Pass.).

Spanish (DGE)

convertir en vapor en v. pas. τὸ ὕδωρ ἐξαεριζόμενον καὶ ἀραιούμενον Simp.in Cael.571.8.

Greek Monolingual

και ξαερίζωἐξαερίζω)
νεοελλ.
διώχνω τον αέρα ή άλλο αέριο από κλειστό χώρο («εξαερίζω μηχανή»)
αρχ.
μεταβάλλω σε αέρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Το αρχ. εξαερίζω < εξ + αερίζω. Το νεοελλ. είναι απόδοση στα Ελλ. του γαλλ. purger d'air (la machine) και μαρτυρείται από το 1858 στο Ναυτικόν Ονοματολόγιον].