Φοβοῦ τὸ γῆρας, οὐ γὰρ ἔρχεται μόνον → Fear old age, for it never comes alone
-η, -ο (ΑΜ εὔδροσος, -ον)γεμάτος δροσιά ή δροσερό νερό («εὔδροσοι παγαί, τόποι, νασμοί»).[ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + δρόσος.