ηλεκτροχημεία

From LSJ
Revision as of 07:16, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (16)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

οἴκοι μένειν δεῖ τὸν καλῶς εὐδαίμονα → the person who is well satisfied should stay at home

Source

Greek Monolingual

η
χημ. τομέας της φυσικοχημείας ο οποίος έχει ως αντικείμενο τη μελέτη τών φαινομένων που συνδέονται με τη μετατροπή της χημικής ενέργειας σε ηλεκτρική ενέργεια και αντίστροφα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. electrochemistry < electro- (πρβλ. ηλεκτρο-) + chemistry (πρβλ. χημεία). Η λ. μαρτυρείται από το 1858 στον Δημ. Στρούμπο].