τὸ ἔθνος τὸ ἐπὶ τῆς γῆς λιθοβολήσουσιν αὐτὸν ἐν λίθοις → the people of the land shall stone them to death
ἡμίκερκος, ον (AM)αυτός που έχει μισή ουρά, ο κολοβός.[ΕΤΥΜΟΛ. < ημι- + κέρκος, η, «ουρά ζώου»].