οἴκοι μένειν δεῖ τὸν καλῶς εὐδαίμονα → the person who is well satisfied should stay at home
ἰχθύβοτος, -ον (Α)περιοχή που τρέφει ψάρια, τόπος όπου βόσκουν τα ψάρια, επειδή βρίσκουν άφθονη τροφή («ἰχθύβοτοι νομαί», Οππ.).[ΕΤΥΜΟΛ. < ἰχθυ(ο)- + -βοτος (< βόσκω), πρβλ. βού-βοτος, ιππό-βοτος].