ἑτέρως ἠδύνατο βέλτιον ἢ ὡς νῦν ἔχει κατεσκευάσθαι → otherwise they could have been constructed better than they are now (Galen, On the use of parts of the body 4.143.1 Kühn)
-ή, -όσχηματισμένος κατά καμπύλη γραμμή, αυτός που έχει καμπύλες γραμμές, καμπύλος, κυρτός.[ΕΤΥΜΟΛ. < καμπύλος + κατάλ. -ωτός, πρβλ. θολ-ωτός, τουρλ-ωτός].