τούτων γάρ ἑκάτερον κοινῷ ὀνόματι προσαγορεύεται ζῷον, καί ὁ λόγος δέ τῆς οὐσίας ὁ αὐτός → and these are univocally so named, inasmuch as not only the name, but also the definition, is the same in both cases (Aristotle, Categoriae 1a8-10)
Full diacritics: νησιάζω | Medium diacritics: νησιάζω | Low diacritics: νησιάζω | Capitals: ΝΗΣΙΑΖΩ |
Transliteration A: nēsiázō | Transliteration B: nēsiazō | Transliteration C: nisiazo | Beta Code: nhsia/zw |
A = νησίζω 1, Str.1.3.18, Ph.1.622; ἄκρα νησιάζουσα peninsular, Stad.202.
νησιάζω: νησίζω, Στράβ. 58 (ἀλλὰ νησίζω, 59), 232: - ὡσαύτως, νησεύομαι, Ἐτυμολ. Μέγ. 25. 48.
νησιάζω (Α) νήσος
1. νησίζω
2. φρ. «ἄκρα νησιάζουσα» — χερσόνησος.