νευρόδερμα

From LSJ
Revision as of 12:02, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (27)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

νὺξ μὲν ἐμὸν κατέχει ζωῆς φάος ὑπνοδοτείρη → sleep-giving night hath quenched my light of life | sleep-giving night covers my light of life | night, the giver of sleep, holds the light of my life

Source

Greek Monolingual

το
βιολ. τμήμα του εξωδέρματος του εμβρύου στο στάδιο του γαστριδίου, το οποίο διαφοροποιείται, με τη διαδικασία της νευριδίωσης, σε νευρικό σύστημα.