λέγεις, ἃ δὲ λέγεις ἕνεκα τοῦ λαβεῖν λέγεις → you speak, but you say what you say for the sake of gain (Menander, fr. 776)
και ξενοκοιμούμαι1. κοιμάμαι σε ξένο σπίτι2. διανυκτερεύω στο σπίτι ερωμένου ή ερωμένης.