ομοιοφάνεια
From LSJ
κατὰ τὸν δεύτερον, φασί, πλοῦν τὰ ἐλάχιστα ληπτέον τῶν κακῶν → we must as second best, as people say, take the least of the evils
Greek Monolingual
η
ζωολ. τύπος χρωματικής προσαρμογής προς το περιβάλλον, που συνίσταται στη μείωση της έντασης του χρώματος ενός ζώου κατά την ημέρα και μέσα σε ανοιχτόχρωμο περιβάλλον ή στην επαύξησή της μέσα σε μελανό περιβάλλον, αλλά πάντοτε κατά την ημέρα.