ομοιοφάνεια

From LSJ
Revision as of 12:09, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (28)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

κατὰ τὸν δεύτερον, φασί, πλοῦν τὰ ἐλάχιστα ληπτέον τῶν κακῶν → we must as second best, as people say, take the least of the evils

Source

Greek Monolingual

η
ζωολ. τύπος χρωματικής προσαρμογής προς το περιβάλλον, που συνίσταται στη μείωση της έντασης του χρώματος ενός ζώου κατά την ημέρα και μέσα σε ανοιχτόχρωμο περιβάλλον ή στην επαύξησή της μέσα σε μελανό περιβάλλον, αλλά πάντοτε κατά την ημέρα.