παγκράτιο
τους φίλους λόγων τέχναιν επαίδευσας → Using 2 artifices, you educated (taught) those who love rhetoric.
Greek Monolingual
το (Α παγκράτιον) παγκρατής
αρχαίο μικτό ελληνικό αγώνισμα το οποίο περιλάμβανε την πάλη και την πυγμαχία
αρχ.
1. (με τα ρ. νικῶ, μάχομαι, ἀσκῶ) νικώ στο παγκράτιο, αγωνίζομαι στο παγκράτιο
2. το φυτό θαψία
3. είδος αρωματικού φυτού, η στοιχάς
4. το φυτό που είναι σήμερα γνωστό ως Scilla maritima.
βοτ. γένος αγγειόσπερμων μονοκότυλων βολβόρριζων φυτών της οικογένειας αμαρυλλίδες με δεκαπέντε είδη που απαντούν από τις μεσογειακές περιοχές ώς την Ινδία και από τα οποία στην Ελλάδα φυτρώνει μόνο το είδος παγκράτιο το παράλιο, σύνηθες στις αμμώδεις παραλίες όλης της χώρας, κν. γνωστό ως κρίνο της θάλασσας, θαλασσόκρινος ή αλμύρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ. πρβλ. αγγλ. pancratium (< παγκράτιον)].