εἰ γάρ κεν καὶ σμικρὸν ἐπὶ σμικρῷ καταθεῖο καὶ θαμὰ τοῦτ᾽ ἔρδοις, τάχα κεν μέγα καὶ τὸ γένοιτο → for if you add only a little to a little and do this often, soon that little will become great (Hesiod W&D, 361-362)
Full diacritics: προεκκλύζω | Medium diacritics: προεκκλύζω | Low diacritics: προεκκλύζω | Capitals: ΠΡΟΕΚΚΛΥΖΩ |
Transliteration A: proekklýzō | Transliteration B: proekklyzō | Transliteration C: proekklyzo | Beta Code: proekklu/zw |
A rinse out first, Gal.11.132, Androm. ap.eund.12.631, Apollon.ib.647.
προεκκλύζω: ἐκπλύνω τι πρότερον, Γαλην. τ. 10, σ. 387.
Α
ξεπλένω κάτι προηγουμένως.
[ΕΤΥΜΟΛ. < προ- + ἐκκλύζω «ξεπλένω, καθαρίζω με πλύσιμο»].