σηματοδοτώ
From LSJ
τῶν λεγομένων τά μέν κατά συμπλοκήν λέγεται, τά δέ ἄνευ συμπλοκῆς → forms of speech are either simple or composite (Aristotle, Categoriae 1a16-17)
Greek Monolingual
Ν σηματοδότης
1. μεταδίδω σήματα
2. τοποθετώ σηματοδότηση
3. μτφ. σημαίνω, επισημαίνω, ενημερώνω.