τὸ δὲ μέλλον ἀκριβῶς οἶδεν οὐδεὶς θνατὸς ὅπᾳ φέρεται → but as for the future no mortal knows for certain where he is bound
η, Ν
1. άνοιγμα σε μήκος της επιφάνειας στερεού σώματος, σκάσιμο, ράγισμα
2. σχισμάδα, χαραμάδα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σκάσιμο, -ατος + κατάλ. -ιά (πρβλ. λαβωματ-ιά, σταλαγματ-ιά)].