φαρμακοθήκη

From LSJ
Revision as of 12:59, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (44)

ἐὰν ᾖ τῳ θανάτου τετιμημένον → if sentence of death has been passed upon one

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φαρμᾰκοθήκη Medium diacritics: φαρμακοθήκη Low diacritics: φαρμακοθήκη Capitals: ΦΑΡΜΑΚΟΘΗΚΗ
Transliteration A: pharmakothḗkē Transliteration B: pharmakothēkē Transliteration C: farmakothiki Beta Code: farmakoqh/kh

English (LSJ)

ἡ,

   A medicine-chest, POsl. 54.6 (ii/iii A. D.), Cat.Cod.Astr.1.104.

Greek (Liddell-Scott)

φαρμακοθήκη: ἡ, θήκη φαρμάκων, Σωφρ. Ἱεροσ. ἐν Spicil. Rom. τ. III, σ. 158.

Greek Monolingual

η, ΝΜΑ
νεοελλ.
κιβώτιο ή ερμάριο κατάλληλο για τη φύλαξη φαρμάκων μέσα στο σπίτι, φαρμακείο
μσν.-αρχ.
θήκη για φάρμακα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φάρμακον + θήκη.