καδδραθέτην

From LSJ
Revision as of 21:00, 30 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (5)

πρὸ τελευτῆς μὴ μακάριζε μηδένα, καὶ ἐν τέκνοις αὐτοῦ γνωσθήσεται ἀνήρ → Count no man blessed before his end; a man will be recognized in his offspring. (Ecclesiasticus 11:28)

Source

German (Pape)

[Seite 1279] = κατεδραθέτην, Od. 15, 494.

Greek (Liddell-Scott)

καδδραθέτην: ἴδε τὸ ῥῆμα καταδαρθάνω.

French (Bailly abrégé)

3ᵉ duel ao. Pass. (avec sync. et assimil. p. κατεδραθέτην) de καταδαρθάνω.

English (Autenrieth)

see καταδαρθάνω.

Greek Monotonic

καδδρᾰθέτην: Επικ. αντί κατεδραθέτην, γʹ δυϊκ. αορ. βʹ του καταδαρθάνω.