ὁμοῦ ἦν καὶ ἔχειν τὴν πόλιν καὶ τὸ γένος ὅλον μετὰ τῆς πόλεως → it was much the same thing to have the city and to have the whole race together with the city
[Seite 449] s. βάλλω.
βλήεται: ἴδε ἐν λ. βάλλω.
3ᵉ sg. sbj. ao.2 Pass. épq. de βάλλω.
see βάλλω.
v. βάλλω.
βλήεται: αντί βλήηται, Επικ. γʹ ενικ. Παθ. αορ. βʹ του βάλλω.