μελλονικιάω
ἑρμηνεία διὰ τῆς ὀνομασίας → expression by means of language
English (LSJ)
A delay victory, with a play on the name of Νικίας, the Athenian Cunctator, Ar.Av.640.
German (Pape)
[Seite 125] komisches Wort, mit Anspielung auf den Feldherrn Nikias, der sich dem Feldzuge gegen Sicilien widersetzte, zaudern zu siegen, Ar. Av. 639.
Greek (Liddell-Scott)
μελλονῑκιάω: μέλλω νὰ νικήσω μετὰ λογοπαιγνίου ἐπὶ τοῦ ὀνόματος τοῦ Νικίου, «ὅτι βραδὺς ἦν περὶ τὰς ὀξόδους καὶ ὡς οἱ διαβάλλοντες, οὐχὶ προνοητικὸς ἦν, ἀλλὰ μελλητὴς» (Σχόλ.), Ἀριστοφ. Ὄρν. 639.
French (Bailly abrégé)
-ῶ :
remettre pour vaincre (avec jeu de mot sur le nom du général Nicias, qui temporisait toujours).
Étymologie: μέλλω, νίκη-Νικίας.
Greek Monotonic
μελλονῑκιάω: αναβάλλω την κατάκτηση, την νίκη· λογοπαίγνιο με το όνομα Νικίας, το όνομα του Αθηναίου στρατηγού, σε Αριστοφ.