σταχυμήτωρ

From LSJ
Revision as of 01:44, 31 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (6)

ἔτλην δ' οἷ' οὔ πώ τις ἐπιχθόνιος βροτὸς ἄλλος → I have endured as much as no other mortal

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: στᾰχῠμήτωρ Medium diacritics: σταχυμήτωρ Low diacritics: σταχυμήτωρ Capitals: ΣΤΑΧΥΜΗΤΩΡ
Transliteration A: stachymḗtōr Transliteration B: stachymētōr Transliteration C: stachymitor Beta Code: staxumh/twr

English (LSJ)

ορος, ἡ,

   A mother of ears of corn, of Isis, APl.4.264; τύρσις, of Egypt, Sammelb.5829.7.

German (Pape)

[Seite 931] ἡ, Mutter der Aehre, Isis, Ep. ad. 271 (Plan. 264).

Greek (Liddell-Scott)

στᾰχυμήτωρ: -ορος, ἡ, μήτηρ τῶν σταχύων, τοῦ σίτου, ἐπὶ τῆς Ἴσιδος, Ἀνθ. Πλαν. 264.

French (Bailly abrégé)

ορος (ἡ) :
mère des épis.
Étymologie: στάχυς, μήτηρ.

Greek Monolingual

ἡ, Α
(για την Ίσιδα) η μητέρα τών σταχιών, τών σιτηρών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < στάχυς + μήτηρ.

Greek Monotonic

στᾰχυμήτωρ: -ορος, ἡ, μητέρα σταχυών σιταριού, λέγεται για την Ίσιδα, σε Ανθ.