κωνίον

From LSJ
Revision as of 06:52, 31 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (3)

Ἑκὼν σεαυτὸν τῇ Κλωθοῖ συνεπιδίδου παρέχων συννῆσαι οἷστισί ποτε πράγμασι βούλεται. Πᾶν ἐφήμερον, καὶ τὸ μνημονεῦον καὶ τὸ μνημονευόμενον → Be willing to give yourself up to Clotho, letting her spin to whatever ends she pleases. All is ephemeralboth memory and the object of memory (Marcus Aurelius 4.34f.)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κωνίον Medium diacritics: κωνίον Low diacritics: κωνίον Capitals: ΚΩΝΙΟΝ
Transliteration A: kōníon Transliteration B: kōnion Transliteration C: konion Beta Code: kwni/on

English (LSJ)

or κώνιον, τό, Dim. of κῶνος,

   A small cone, κωνία μαστῶν AP5.12 (Phld.).    II small pine-cone, Posidon.3 J.

German (Pape)

[Seite 1546] τό, dim. von κῶνος, κώνιον ist falscher Accent, Kegelchen; τὰ λύγδινα κωνία μαστῶν Philodem. 18 (V, 13); – vom Fichtenzapfen, Posidon. bei Ath. XIV, 649 d.

Greek (Liddell-Scott)

κωνίον: ἢ κώνιον, τό, ὑποκορ. τοῦ κῶνος, μικρὸς κῶνος, κωνία μαστῶν Ἀνθ. Π. 5. 13. ΙΙ. μικρὸς κῶνος πίτυος, «κουκουνάρα», Ποσειδ. παρ’ Ἀθην. 649D.

French (Bailly abrégé)

ου (τό) :
1 petit cône;
2 fruit du pistachier, pistache.
Étymologie: κῶνος.

Greek Monotonic

κωνίον: τό, υποκορ. του κῶνος, μικρός κώνος, σε Ανθ.

Russian (Dvoretsky)

κωνίον: τό маленький конус (τὰ κωνία μαστῶν Anth.).