ὁμομήτωρ
From LSJ
Δημήτριος Γλαύκου προφητεύων ἀνέθηκε τοὺς λαμπαδηφόρους ... καὶ περιραντήρια ... → Demetrius son of Glaukos, being prophet, dedicated torch-bearers ... and lustral basins ...
English (LSJ)
ορος, ὁ, ἡ, = foreg., Orph.Fr.15, Poll.3.23.
German (Pape)
[Seite 338] ορος, = ὁμομήτριος, Orph. bei Plat. Crat. 402 c.
Greek (Liddell-Scott)
ὁμομήτωρ: -ορος, ὁ, ἡ, = τῷ προηγ., Ὀρφ. παρὰ Πλάτ. Κρατ. 402C, Πολυδ. Γ΄, 23.
Greek Monolingual
ὁμομήτωρ, -ορoς, ὁ, ἡ (Α)
o ομομήτριος, ο γεννημένος από την ίδια μητέρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ομ(ο)- + -μήτωρ (< μήτηρ), πρβλ. παμ-μήτωρ].
Russian (Dvoretsky)
ὁμομήτωρ: ορος adj. Plat. = ὁμομήτριος.