δυοκαιδεκάμηνος
From LSJ
πᾶσα γυνὴ τοῦ λύχνου ἀρθέντος ἡ αὐτή ἐστι → all women are the same in the dark, all women are the same when the lights go out
English (LSJ)
ον,
A = δωδεκάμηνος, χρόνοι S.Tr.648 (lyr.).
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
c. δωδεκάμηνος.
Spanish (DGE)
-ον
• Prosodia: [-ᾰ-]
de doce meses χρόνος S.Tr.648.
Greek Monolingual
δυοκαιδεκάμηνος, -ον (Α)
δωδεκάμηνος.
Greek Monotonic
δυοκαιδεκάμηνος: -ον (μήν), = δωδεκάμηνος, σε Σοφ.
Russian (Dvoretsky)
δυοκαιδεκάμηνος: Soph. = δυωδεκάμηνος.