οἰκότως

From LSJ
Revision as of 00:44, 1 January 2019 by Spiros (talk | contribs) (3b)

Ὑπερηφανία μέγιστον ἀνθρώποις κακόν → Malorum maximum hominibus superbia → Das größte Übel ist für Menschen Übermut

Menander, Monostichoi, 515
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: οἰκότως Medium diacritics: οἰκότως Low diacritics: οικότως Capitals: ΟΙΚΟΤΩΣ
Transliteration A: oikótōs Transliteration B: oikotōs Transliteration C: oikotos Beta Code: oi)ko/tws

English (LSJ)

Ion. for ἐοικότως,

   A reasonably, probably, Hdt.2.25, 7.50.

Greek (Liddell-Scott)

οἰκότως: Ἰων. ἀντὶ ἐοικότως, ἐπίρρ. μετοχ. πρκμ. τοῦ οἰκὼς (ἀντὶ ἐοικώς), λογικῶς, πιθανῶς, Ἡρόδ. 2. 25., 7. 50.

French (Bailly abrégé)

adv.
ion. c. ἐοικότως.

Greek Monolingual

οἰκότως (Α)
(επίρρ. ιων. τ. αντί ἐοικότως) πιθανώς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἐοικότως (βλ. λ. έοικα)].

Greek Monotonic

οἰκότως: Ιων. επίρρ., από μτχ. παρακ. του οἰκώς (αντί ἐοικώς), εύλογα, πιθανόν, σε Ηρόδ.

Russian (Dvoretsky)

οἰκότως: adv. ион. = ἐοικότως.