τίκτει γὰρ κόρος ὕβριν, ὅταν πολὺς ὄλβος ἕπηται ἀνθρώποις ὁπ̣όσοις μὴ νόος ἄρτιος ἦι → satiety breeds arrogance whenever men with unfit minds have great wealth
Full diacritics: σχέο | Medium diacritics: σχέο | Low diacritics: σχέο | Capitals: ΣΧΕΟ |
Transliteration A: schéo | Transliteration B: scheo | Transliteration C: scheo | Beta Code: sxe/o |
A v. ἔχω.
σχέο: ἴδε ἔχω.
2ᵉ sg. impér. ao.2 Moy. poét. de ἔχω.
see ἔχω.
σχέο: Επικ. αντί σχοῦ, προστ. Μέσ. αορ. βʹ του ἔχω.
σχέο: эп. imper. к σχεῖν.