Γονεῖς δὲ τίμα καὶ φίλους εὐεργέτει → Reverens parentum sis, amicis beneficus → Die Eltern ehre, deinen Freunden tue wohl
νότιον: τό, = σίκυς ἄγριος, Διοσκ. 4. 152 (154), ἐκ τῶν νόθων.
νότιον, τὸ (Α)
το φυτό που είναι γνωστό με τη λόγια ονομασία σίκυς ο άγριος.
νότιον: τό
1) влага Xen.;
2) море Hom.;
3) южный ветер Arst.