χαμαικοίτης

From LSJ
Revision as of 13:22, 9 January 2019 by Spiros (talk | contribs) (1b)

Ἐάν γάρ ἀποδιδῷ τις τί ἐστιν αὐτῶν ἑκατέρῳ τό ζῴῳ εἶναι, ἴδιον ἑκατέρου λόγον ἀποδώσει (Aristotle, Categoriae 1a) → For if anyone gives an explanation of what it is for each of them to be an animal, he will give the same explanation of each

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: χᾰμαικοίτης Medium diacritics: χαμαικοίτης Low diacritics: χαμαικοίτης Capitals: ΧΑΜΑΙΚΟΙΤΗΣ
Transliteration A: chamaikoítēs Transliteration B: chamaikoitēs Transliteration C: chamaikoitis Beta Code: xamaikoi/ths

English (LSJ)

ου, ὁ,

   A = χαμαιεύνης, Σελλοί S.Tr.1166.

Greek (Liddell-Scott)

χᾰμαικοίτης: -ου, ὁ = χαμαιεύνης, τῶν ὀρείων καὶ χαμαικοιτῶν ... Σελλῶν Σοφ. Τρ. 1166. - Ἴδε Κόντου Γραμματικὰ ἐν Ἀθηνᾶς τόμ. Α΄, σ. 307.

French (Bailly abrégé)

ου;
adj. m.
qui couche ou dort à terre.
Étymologie: χαμαί, κοίτη.

Greek Monolingual

ὁ, Α
χαμαιεύνης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χαμ(αι)- + -κοίτης (< κοίτη), πρβλ. ὀρεσι-κοίτης, πεδο-κοίτης].

Greek Monotonic

χᾰμαικοίτης: -ου, ὁ (κοίτη), = χαμαιεύνης, σε Σοφ.

Russian (Dvoretsky)

χᾰμαικοίτης: Soph. = χαμαιεύνης.

Middle Liddell

χᾰμαι-κοίτης, ου, ὁ, κοίτη = χαμαιεύνης, Soph.]