παρδαλωτός

From LSJ
Revision as of 13:45, 9 January 2019 by Spiros (talk | contribs) (1ba)

τὸ ἀγαθὸν αἱρετόν· τὸ δ' αἱρετὸν ἀρεστόν· τὸ δ' ἀρεστὸν ἐπαινετόν· τὸ δ' ἐπαινετὸν καλόνwhat is good is chosen, what is chosen is approved, what is approved is admired, what is admired is beautiful

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: παρδᾰλωτός Medium diacritics: παρδαλωτός Low diacritics: παρδαλωτός Capitals: ΠΑΡΔΑΛΩΤΟΣ
Transliteration A: pardalōtós Transliteration B: pardalōtos Transliteration C: pardalotos Beta Code: pardalwto/s

English (LSJ)

ή, όν,

   A spotted like the pard, Luc.Bis Acc.8.

German (Pape)

[Seite 509] gepardelt, getigert, wie ein Panther gefleckt, καὶ κατεστιγμένος τὴν χρόαν, Luc. bis accus. 8.

Greek (Liddell-Scott)

παρδᾰλωτός: -ή, -όν, ὁ ἔχων στίγματα οἷα ἡ πάρδαλις, παρδαλός, κατεστιγμένοι καὶ παρδαλωτοὶ τὴν χρόαν Λουκ. Δὶς Κατηγ. 8.

French (Bailly abrégé)

ή, όν :
tacheté comme une panthère ou un léopard.
Étymologie: πάρδαλος.

Greek Monolingual

-ή, -όν, ΝΑ πάρδαλις
ποικιλόχρωμος, με στίγματα σαν της λεοπάρδαλης
νεοελλ.
(το αρσ. ως ουσ. ζωολ. ο παρδαλωτός
γένος μικρόσωμων ωδικών πουλιών της οικογένειας oicaeidae της τάξης στρουθιόμορφα.

Greek Monotonic

παρδᾰλωτός: -ή, -όν (όπως από παρδαλόω), αυτός που είναι πιτσιλωτός όπως η λεοπάρδαλη, σε Λουκ.

Russian (Dvoretsky)

παρδᾰλωτός: как у леопарда, леопардовый, т. е. пятнистый (π. τὴν χρόαν Luc.).

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

παρδαλωτός -ή -όν [πάρδαλις] gevlekt als een panter.

Middle Liddell

παρδᾰλωτός, ή, όν [as if from παρδαλόω]
spotted like the pard, Luc.