ἀκροποδητί

From LSJ
Revision as of 15:20, 9 January 2019 by Spiros (talk | contribs) (1a)

ὑμῖν ἔξεστι εὐδαίμοσι γενέσθαι → to you it is permitted to be joyful, it is permitted to be happy, it is permitted to be fortunate, vobis licet esse beatis

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀκροποδητί Medium diacritics: ἀκροποδητί Low diacritics: ακροποδητί Capitals: ΑΚΡΟΠΟΔΗΤΙ
Transliteration A: akropodētí Transliteration B: akropodēti Transliteration C: akropoditi Beta Code: a)kropodhti/

English (LSJ)

or ἀκρο-ῑτί [τῑ], Adv., (πούς)

   A on tiptoe, Luc.Prom.1, DMar.14.3,al.

German (Pape)

[Seite 84] (unrichtig -ποδιτί), auf den Zehen, Luc. oft, z. B. βαδίζειν D. mort. 27, 5; ἑστάναι Prom. 1.

Greek (Liddell-Scott)

ἀκροποδητί: ἢ -ῑτί [τῑ], ἐπίρρ. (ποὺς) ἐπὶ ἄκρων τῶν ποδῶν βαίνειν, λάθρᾳ, ἡσύχως, Λουκ. Προμ. ἢ Καύκ. 1, κτλ.

French (Bailly abrégé)

adv.
sur la pointe du pied.
Étymologie: ἄκρος, πούς.

Spanish (DGE)

de puntillas Luc.Prom.1, DMar.14.3.

Greek Monolingual

(Α ἀκροποδητὶ και -ιτί)
στις μύτες, στα νύχια τών ποδιών, αθόρυβα, κρυφά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀκρο- (Ι) + πούς.

Greek Monotonic

ἀκροποδητί: ή -ῑτί, επίρρ. (πούς), στις μύτες, στα νύχια των ποδιών, σε Λουκ.

Russian (Dvoretsky)

ἀκροποδητί: adv. на цыпочках (ἑστάναι, βαδίζειν Luc.).

Middle Liddell

πούς
on tiptoe, Luc.