εἰπὼν ἃ θέλεις, ἀντάκουε ἃ μὴ θέλεις → if you say what you want, hear in response what you don't want
adv.nouvellement, récemment;Cp. νεωτέρως, Sp. νεώτατα.Étymologie: νέος.
νέως: επίρρ. του νέος.
νέως: adv. недавно, только что Plat., Thuc.
[adverb of νέος.]