εξήγηση

From LSJ
Revision as of 12:20, 15 February 2019 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "τοῡ" to "τοῦ")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

εἰς τὴν ἀγορὰν χειροτονεῖτε τοὺς ταξιάρχους καὶ τοὺς φυλάρχους, οὐκ ἐπὶ τὸν πόλεμον → you elect taxiarchs and phylarchs for the marketplace not for war

Source

Greek Monolingual

η (AM ἐξήγησις) εξηγώ
1. ερμηνεία, διασάφηση («ἐξήγηση τοῦ φαινομένου»)
2. μετάφραση
νεοελλ.
φρ. «δίνω εξηγήσεις» — δικαιολογώ μια πράξη μου
αρχ.-μσν.
1. διήγηση («τὴν ὑπὲρ τῶν προγεγονότων ἐξήγησιν», Πολ.)
2. ερμηνευτικά σχόλια κειμένου.