сверх того
Russian > Greek
ἐπί, ἄλλος, χωρίς, πλέον, πρός, προτί, ποτί, προσαναιρέω, ἔξοχα, παρέκ, πάρεξ, παριστορέω, προσαπόλλυμι, προσλαμβάνω, προσυβρίζω, προσανακοινόομαι, προσανακρίνω, προσφιλοσοφέω, προσαναλίσκω, ὑπέρμορα, ὑπέρμορον, δή
ἐπί, ἄλλος, χωρίς, πλέον, πρός, προτί, ποτί, προσαναιρέω, ἔξοχα, παρέκ, πάρεξ, παριστορέω, προσαπόλλυμι, προσλαμβάνω, προσυβρίζω, προσανακοινόομαι, προσανακρίνω, προσφιλοσοφέω, προσαναλίσκω, ὑπέρμορα, ὑπέρμορον, δή