ὅρκους γυναικὸς εἰς ὕδωρ γράφω → the oaths of a woman I inscribe on water, I write a woman's oaths in water
δίδυμος, δισσός, διττός, διξός, διπλόος, διπλοῦς, διφάσιος, διχθάδιος, δοιός, δίστολος