κορυφαῖον τέλος τῶν πραγμάτων → crowning fulfilment of things
κρέας, στολή, στολά, σπολά, σπολάς, διφθέρα, διφθέρη, δέρμα, ῥινός, ῥινόν, δορά, μολγός, στέρφος, στολίς, λαῖφος, ἀσκός, ἀπόδερμα, βύρσα, νάκος, δέρας, σκύλος, σκῦλος