Γυνὴ δικαία τοῦ βίου σωτηρία → Mulier probe morata vitae est sospita → Die Frau, die rechtlich denkt, erhält das Lebensgut
αὐτάδελφος, σύντροφος, σύγγονος, σύναιμος, αὐθόμαιμος, γνήσιος, ὁμογενής, γεννητός, γεννατός, ἐμφύλιος, ἐγγενής, φίλος, ἀναγκαῖος, συγγενής, κοινός