νησιάρχης

From LSJ
Revision as of 17:42, 28 June 2020 by Spiros (talk | contribs)

Αὐτάρκης ἔσῃ, ἂν μάθῃς τί τὸ καλὸν κἀγαθόν ἐστι → You will be contented with your lot if you learn what the honourable and good is

Plutarch, De virtute et vitio
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: νησιάρχης Medium diacritics: νησιάρχης Low diacritics: νησιάρχης Capitals: ΝΗΣΙΑΡΧΗΣ
Transliteration A: nēsiárchēs Transliteration B: nēsiarchēs Transliteration C: nisiarchis Beta Code: nhsia/rxhs

English (LSJ)

ου, ὁ,

   A governor of an island or governor of islands, Antiph.190.14, Plu.2.823d.

Greek (Liddell-Scott)

νησιάρχης: -ου, ὁ, ὁ ἄρχων ἢ κυβερνήτης νήσου, Ἀντιφάνης ἐν «Πλουσίοις» 1. 14, Πλούτ. 2. 823D· - νησίαρχος, Δίων Κ. 58. 5· - ῥῆμα νησιαρχέω, Συλλ. Ἐπιγρ. 3655. 7.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
gouverneur d’une île.
Étymologie: νῆσος, ἄρχω.

Greek Monolingual

νησιάρχης, ὁ (Α)
κυβερνήτης, άρχοντας νησιού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νῆσος + -άρχης (< ἄρχω) κατά τα πολι-άρχης, ταξι-άρχης].

Russian (Dvoretsky)

νησιάρχης: ου ὁ несиарх, правитель или владетель острова Plut.