Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ὑποκιστίς

From LSJ
Revision as of 12:51, 30 June 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+), ([\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1, $2")

μὴ τὴν ὄψιν καλλωπίζου, ἀλλ' ἐν τοῖς ἐπιτηδεύμασιν ἴσθι καλός → Don't beautify your face, but be beautiful in your habits (Thales, in Diog. Laertius 1.37)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑποκιστίς Medium diacritics: ὑποκιστίς Low diacritics: υποκιστίς Capitals: ΥΠΟΚΙΣΤΙΣ
Transliteration A: hypokistís Transliteration B: hypokistis Transliteration C: ypokistis Beta Code: u(pokisti/s

English (LSJ)

ίδος, ἡ,

   A hypocist, Cytinus Hypocisthis, Dsc.1.97 (v.l. -κισθίς), cf. Plin.HN26.49, Sor.1.50, Gal.8.114, 12.27.

Greek (Liddell-Scott)

ὑποκιστίς: -ίδος, ἡ, παρασιτικόν τι φυτὸν φυόμενον ἐπὶ τῶν ῥιζῶν τοῦ κίστου, Cytinus hypocistis, ου ὁ ὀπὸς ἦν ἐν χρήσει ἐν τῇ ἰατρικῇ, Διοσκ. 1. 127, Γαλην˙ περὶ τοῦ τύπου ἴδε Λοβεκ. Παθολ. 459.

Greek Monolingual

και ὑποκισθίς, -ίδος, και ὑπόκιστις, -ίστιδος, ἡ, Α
παράσιτο φυτό που φύτρωνε στις ρίζες του κίστου και του οποίου ο χυμός χρησίμευε ως φάρμακο, ὀρόβηθρον.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο)- + κίστος / κίσθος, είδος φυτού + κατάλ. -ίς, -ίδος].