πυγολαμπίς
From LSJ
αὐτὸν κέκρουκας τὸν βατῆρα τοῦ λόγου → you have struck the very threshold of the argument, you have struck the most important and chiefmost point
English (LSJ)
ίδος, ἡ, (πυγή)
A fire-tail, i.e. glow-worm, Lampyris noctiluca, Arist.HA523b21 (v.l. πτερόποδες), 551b24 (v.l. πυρολαμπίδες); cf. πυριλαμπίς.
Greek (Liddell-Scott)
πῡγολαμπίς: -ίδος, ἡ, (πυγὴ) μικρὸν ζωΰφιον ἐν τῷ σκότει λάμπον, κοινῶς «κωλοφωτιά», Lampyris noctiluca, Ἀριστ. περὶ τὰ Ζ. Ἱστ. 4. 1, 6 (διάφ. γραφ. πτερόποδες), 5. 19, 14 (διάφ. γραφ. πυρολαμπίς)· παρὰ Φωτ. πυριλαμπίς. - Πρβλ. λαμπουρὶς
French (Bailly abrégé)
ίδος (ἡ) :
ver luisant, insecte.
Étymologie: πυγή, λάμπτω.
Russian (Dvoretsky)
πῡγολαμπίς: ίδος (ῐδ) ἡ светлячок Arst.