ταυροκαθάψια

From LSJ
Revision as of 16:00, 1 July 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+)-([\w]+)<\/b>" to "$1-$2")

ἔργοισι χρηστός, οὐ λόγοις ἔφυν μόνον → a friend in deeds, and not in words alone

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ταυροκᾰθάψια Medium diacritics: ταυροκαθάψια Low diacritics: ταυροκαθάψια Capitals: ΤΑΥΡΟΚΑΘΑΨΙΑ
Transliteration A: taurokathápsia Transliteration B: taurokathapsia Transliteration C: tavrokathapsia Beta Code: taurokaqa/yia

English (LSJ)

τά,

   A bull-fight, held on occasion of a festival in Thessaly, Sch. Pi.P.2.78; at Smyrna, CIG3212; at Sinope, ib.4157: also ταυρο-κάθαψις, εως, ἡ, IGRom.4.460 (Pergam.), unless ταύρο-ψιν is for -ψιον.

German (Pape)

[Seite 1073] τά, ein Fest, bei dem Stierhetzen gehalten wurden, bes. in Thessalien gebräuchlich, Böckh Schol. Pind. P. 2, 78. Vgl. ταυρελάτης, ταυροκαθάπτης.

Greek Monolingual

τα, ΝΑ ταυροκαθάπτης
(κατά την αρχαιότητα στη Θεσσαλία, στη Σμύρνη, στην Έφεσο, στη Σινώπη, στην Άγκυρα και στην Καρία) εορτή, πιθανώς θρησκευτικού χαρακτήρα, κατά την οποία γίνονταν αγωνίσματα με ταύρους.