στρογγύλευμα

From LSJ
Revision as of 19:27, 7 July 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b class="b3">(\w+)<\/b>" to "$1")

Φιλοσοφίαν δὲ τὴν μὲν κατὰ φύσιν, ὦ Βασιλεῦ, ἐπαίνει καὶ ἀσπάζου, τὴν δέ θεοκλυτεῖν φάσκουσαν παραίτου. → Praise and revere, O King, the philosophy that accords with nature, and avoid that which pretends to invoke the gods. (Philostratus, Ap. 5.37)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: στρογγῠλευμα Medium diacritics: στρογγύλευμα Low diacritics: στρογγύλευμα Capitals: ΣΤΡΟΓΓΥΛΕΥΜΑ
Transliteration A: strongýleuma Transliteration B: strongyleuma Transliteration C: stroggylevma Beta Code: stroggu/leuma

English (LSJ)

ατος, τό,= γογγύλωμα, Hsch. (pl.).

German (Pape)

[Seite 955] τό, das Gerundete, der runde Körper, Schol. Ar. Th. 61, zw.

Greek Monolingual

το, ΝΑ, και στρογγύλεμα Ν
νεοελλ.
η ενέργεια και το αποτέλεσμα του στρογγυλεύω
αρχ.
(κατά τον Ησύχ.) «γογγύλωμα».
[ΕΤΥΜΟΛ. < στρογγύλος, μέσω ενός αμάρτυρου αρχ. στρογγυλεύω].