ἔγχυτος
Γαστρὸς δὲ πειρῶ πᾶσαν ἡνίαν κρατεῖν → Frenis regendus venter adductis tibi est → Mit straffem Zügel such' zu lenken deinen Bauch
English (LSJ)
ον,
A poured in, infused, Aret.CD2.3; ἔγχυτον, τό, injection, Hp.Mul.1.34, Apollon. ap. Gal.12.582. II ἔγχυτος (sc. πλακοῦς), ὁ, cake cast into a shape, Hippon.37, Men.518.9, Euang.1.7:—also ἐγχῠτοῦς, ὁ, Gloss. 2 ἔγχυτον, τό, = ἔγχυμα, infusion, Aret.CA 2.10.
German (Pape)
[Seite 714] eingegossen, einzugießen; Medic. τὰ ἔγχυτα, = ἐγχύματα; – ὁ ἔγχυτος, sc. πλακοῦς, ein in eine Form gegossener Kuchen, com. bei Ath. XIV, 644 d 647 d.
Greek (Liddell-Scott)
ἔγχῠτος: -ον, ὁ ἐντὸς χεόμενος, ἔγχυτον χηνὸς ἄλειφα ξὺν ἐλαίῳ Ἱππ. 603. 25, Ἀρετ. Χρον. Νούσ. Θεραπευτ. 2. 3. ΙΙ. ἔγχυτος (ἐνν. πλακοῦς), ὁ, πλακοῦς χυθεὶς εἰς σχῆμά τι, Λατ. enchytus, Ἱππῶν. ἐν Ἀποσπ. 21, Μέναδ. ἐν «Ψευδηρακλεῖ» 1. 9, πρβλ. Ἀθήν. 644C, κἑξ. 2) ἔγχυτον, τό, = ἔγχυμα, Ἱππῶναξ 28, Ἀρετ. Ὀξ. Νούσ. Θεραπ. 2. 10.
Spanish (DGE)
(ἔγχῠτος) -ον
1 apto para ser instilado, inyectable medic. ἔγχυτον χηνὸς ἄλειφα ξὺν ἐλαίῳ Hp.Mul.1.34, φάρμακα Apollon. en Gal.12.647, κυκλαμίνου χυλὸς ἔ. ἐς τὴν ῥῖνα Aret.CD 1.3.3, ὑγρὸν δὲ γίγνεται κάρτα ὡς ἔγχυτον Aret.CD 1.2.6
•subst. τὸ ἔ. inyectable o irrigación ἀτὰρ ἢν δὲ ἔγχυτον ἐκ τῶνδε ξυστῇ, ἐγχεῖν τῇ ὑστέρῃ Aret.CA 2.10.4, πρὸς ὀδονταλγίαν ἔγχυτα ἐς τὴν ῥῖνα Apollon. en Gal.12.582, cf. 615, 865.
2 subst. ὁ ἔ. cierto pastel relleno o con un baño para las fiestas Targelias, Hippon.108.49, ὁ μάγειρος γὰρ ἐγχύτους ποιεῖ Men.Fr.409.9, θρῖα, τυρόν, ἐγχύτους Euang.1.7, hecho con queso, Chrysipp.Tyan. en Ath.647d, cf. ἔγχουτος, ἔγχυμα.
Greek Monolingual
ἔγχυτος, -ον (Α)
1. ο χυμένος μέσα σε κάτι
2. το αρσ. ως ουσ. ὁ ἔγχυτος
γλύκισμα που χύθηκε σε ένα σχήμα
3. το ουδ. ως ουσ. τὸ ἔγχυτον
α) έγχυση
β) έγχυμα.
Russian (Dvoretsky)
ἔγχῠτος: ὁ (sc. πλακοῦς) формовой пирожок Men.