Μεστὸν κακῶν πέφυκε φορτίον γυνή → Mulier malorum plena semper sarcina est → Die Frau ist eine Last, mit Leiden vollgepackt
opposed to townsman: Ar. and P. ἄγροικος, ὁ, γεωργός, ὁ, P. and V. αὐτουργός, ὁ, ἐργάτης, ὁ, V. ἀγρώστης, ὁ, χωρίτης, ὁ (Soph., Fragment), γῄτης, ὁ, γαπόνος, ὁ.
fellow-countryman: P. and V. πολίτης, ὁ, δημότης, ὁ.