κατακαρφής
From LSJ
οὕτω τι βαθὺ καὶ μυστηριῶδες ἡ σιγὴ καὶ νηφάλιον, ἡ δὲ μέθη λάλον → silence is something profound and mysterious and sober, but drunkenness chatters
οὕτω τι βαθὺ καὶ μυστηριῶδες ἡ σιγὴ καὶ νηφάλιον, ἡ δὲ μέθη λάλον → silence is something profound and mysterious and sober, but drunkenness chatters
Full diacritics: κατακαρφής | Medium diacritics: κατακαρφής | Low diacritics: κατακαρφής | Capitals: ΚΑΤΑΚΑΡΦΗΣ |
Transliteration A: katakarphḗs | Transliteration B: katakarphēs | Transliteration C: katakarfis | Beta Code: katakarfh/s |
ές, A dried, φλοιός (of a turnip) Nic.Fr.70.9.
κατακαρφής, -ές (Α)
(για φλοιό) αποξηραμένος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α)- + -καρφής (< κάρφος «άχυρο»), πρβλ. α-καρφής].