κυμβαλίστρια
From LSJ
τούτου δὲ συμβαίνοντος ἀναγκαῖον γίγνεσθαι πάροδον καὶ τροπὰς τῶν ἐνδεδεμένων ἄστρων → but if this were so, there would have to be passings and turnings of the fixed stars
English (LSJ)
ἡ, fem. of foreg., Lat. A cymbalistria, Petron. 22.
Greek (Liddell-Scott)
κυμβᾰλίστρια: ἡ, ἀνώμαλ. θηλ. τοῦ προηγ., cympalistria, Πετρών. 22.
Greek Monolingual
η (Α κυμβαλίστρια)
βλ. κυμβαλιστής.